Οδηγία MiFID

Εισαγωγή

MiFID ΙΙ (Markets in Financial Instruments Directive) είναι η οδηγία 2014/65/ΕΕ της 15.05.2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με το Ν. 4514/2018 και ισχύει από 3.1.2018. Επιπρόσθετα της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει εκδώσει και το Κανονισμό 2017/565/ΕΕ της 25.4.2016.

Η οδηγία MiFID στοχεύει στην προστασία των επενδυτών μέσω της μέγιστης δυνατής διαφάνειας των συναλλαγών, στην εναρμόνιση των νόμων και κανονισμών για τις επενδύσεις και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, και τη δημιουργία ενός ομοιόμορφου κανονιστικού πλαισίου στο θεσμικό πλαίσιο  των κρατών - μελών σχετικά με τη λειτουργία των τοπικών αγορών.

Γενικά

Ο όρος MiFID ΙΙ (Markets in Financial Instruments Directive) αποτελεί μία συχνά χρησιμοποιούμενη συντομογραφία της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων, η οποία εκδόθηκε στις 15 Μαίου 2014 και ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με Νόμο (εφεξής ο “Νόμος”), με ισχύ από την 03,01.2018. Η Οδηγία 2014/65/ΕΕ, ο Νόμος, ο Κανονισμός (ΕΕ) 600/2014 (γνωστός ως MiFIR) και οι κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεις αποτελούν το νέο πλαίσιο που διέπει την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών.

Στόχο των νέων κανόνων αποτελεί η διασφάλιση ενός ενιαίου Πανευρωπαϊκού πλαισίου παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, η ενδυνάμωση του ανταγωνισμού και η βελτίωση του επιπέδου προστασίας των επενδυτών.

Ειδικότερα η εφαρμογή της MiFID ΙΙ επέφερε αλλαγές που αφορούν κυρίως:

  • Στη λειτουργία των αγορών: Στο νέο περιβάλλον, εκτός από τις ρυθμιζόμενες αγορές (π.χ. χρηματιστήρια) και τους Πολυμερείς Μηχανισμούς Διαπραγματεύσεως (ΠΜΔ), οι οποίοι αποτελούν εναλλακτικό τόπο διαπραγματεύσεως, παρέχεται η δυνατότητα καταρτίσεως συναλλαγών και σε έναν άλλο εναλλακτικό τόπο διαπραγματεύσεως, που καλείται Μηχανισμός Οργανωμένης Διαπραγματεύσεως (ΜΟΔ). Επιπλέον οι Πελάτες μπορούν να καταρτίζουν συναλλαγές απευθείας με Συστηματικούς Εσωτερικοποιητές (ΣΕ), δηλαδή με τράπεζες ή εταιρίες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, οι οποίες διαπραγματεύονται χρηματοπιστωτικά μέσα για ίδιο λογαριασμό, οργανωμένα και συστηματικά.
  • Στην ενίσχυση των κανόνων επαγγελματικής συμπεριφοράς με τους οποίους οφείλουν να συμμορφώνονται τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρίες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, όπως οι ΑΕΠΕΥ, έτσι ώστε να εξυπηρετούνται με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους.
  • Στην καθιέρωση νέων κανόνων για την προστασία των επενδυτών, όπως οι κανόνες για την αγοράστόχο και τις αντιπαροχές.
  • Στην καθιέρωση μιας νέας κατηγορίας παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, οι οποίοι διακρίνονται σε τρεις (3) επιμέρους κατηγορίες (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ., Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ., Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ.) ανάλογα με τα στοιχεία που συγκεντρώνουν και γνωστοποιούν σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι οποίοι αδειοδοτούνται και εποπτεύονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Συμπέρασμα

Η Alpha Bank και οι Εταιρίες του Ομίλου της που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες κατά τα εν συνεχεία τηρούν τους κανόνες και τις αρχές που επιβάλλονται με το ως άνω νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο και θεσπίζουν τις πολιτικές και τις διαδικασίες που απαιτούνται σχετικά. Σκοπός του παρόντος Εντύπου Προσυμβατικής Ενημερώσεως Πελατών είναι να παράσχει την απαιτούμενη πληροφόρηση σε υφιστάμενους και δυνητικούς κατά MiFID ΙΙ Ιδιώτες και Επαγγελματίες Πελάτες, Φυσικά και Νομικά Πρόσωπα (εφεξής οι «Πελάτες») όπως αυτοί προσδιορίζονται στο κεφάλαιο 4 του παρόντος για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, συμπληρώνεται δε, από τους Όρους, που περιέχονται στις επιμέρους συμβάσεις. Όλα τα Παραρτήματα του παρόντος αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της Προσυμβατικής Ενημερώσεως Πελατών για την παροχή Επενδυτικών Υπηρεσιών.